Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2008

Η ΑΝΤΛΗΣΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΔΟΜΗΣΗΣ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΤΗΡΙΩΝ ΩΣ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗΣΗ & ΤΗ ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Η άντληση εμπειρίας από τη φιλοσοφία δόμησης των ιστορικών κτηρίων ως υπόδειγμα για την ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗΣΗ & ΤΗ ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, αλλά και ως εργαλείο εξοικονόμησης ενέργειας & ΑΞΙΟΒΙΩΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Τα ιστορικά κτίρια και τα κτίρια της λαϊκής ανώνυμης αρχιτεκτονικής, χαρακτηρίζονται από μια φιλοσοφία “θεοκεντρική” και όχι ανθρωποκεντρική, δηλαδή εγωϊκή, ή market-oriented, έχουν μία υγιή σχέση με το περιβάλλον και εμπεριέχουν ένα πλούσιο υλικό, (τόσο όσον αφορά στα υλικά, όσο και στις μεθοδολογίες-τεχνολογίες), από το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε μια απίστευτα μεγάλη εμπειρία γι αυτό που σήμερα αποκαλούμε ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗΣΗ, ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, εξοικονόμηση ενέργειαΣ. Τα κτίρια αυτά, μπορούν να χαρακτηριστούν ως κτίρια χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης, τόσο κατά τη φάση κατασκευής τους, όσο και κατά τη φάση λειτουργίας τους, σεβόμενα με τον τρόπο αυτό τη Φύση, (από την οποία αντλούν τις πρώτες ύλες τους), αλλά και το χρήστη, ενώ, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε, ότι η κατασκευή τους μιμείται αυτό που αποκαλούμε «Οικονομία της Φύσης».
Η δόμησή τους έχει γίνει με απλές τεχνικές και με τη χρήση απλών, φυσικών, ατοξικών υλικών, για την κατασκευή και ενσωμάτωση των οποίων δεν έχει γίνει υπερεκμετάλλευση των φυσικών αποθεμάτων, καθώς, κατά κανόνα, επιλέχτηκαν επιτόπια υλικά, χωρίς εργοστασιακή επεξεργασία. Τα υλικά αυτά είναι φυτικής ή ζωικής προέλευσης, ή υλικά εδάφους και υπεδάφους, που υπήρχαν εν αφθονία στη φύση, (άχυρο, ξύλο, καλάμι, φυσικές ρητίνες, τρίχες ζώων, χώμα, πηλός, πέτρα, μάρμαρο, κ.ά.), ή υλικά παραγόμενα με απλούς φυσικούς τρόπους, (π.χ. ωμόπλινθος), που για την παραγωγή τους έχουν χρησιμοποιηθεί οι δωρεάν παρεχόμενες από τη Φύση ενέργειες, αν και είναι βέβαιο ότι οι πρόγονοί μας είχαν αναπτύξει υψηλού επιπέδου τεχνολογία και πολλά από τα υλικά που χρησιμοποιούμε και σήμερα ήταν γνωστά.
Επιπλέον, η επανάχρηση των υλικών δομής, ή ανακύκλωση, αποτελεί κατά τους αρχαίους χρόνους σύνηθες φαινόμενο, που γίνεται για την εξοικονόμηση κόπου, χρόνου και χρήματος που απαιτούνται για την παραγωγή των υλικών, τη μεταφορά τους, κλπ., άρα για «Εξοικονόμηση Ενέργειας».
Ενδιαφέρον αποτελεί και το γεγονός ότι τα όργανα και οι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται στη φάση δόμησης και λειτουργίας των ιστορικών κτιρίων, αλλά και σε άλλες καθημερινές χρήσεις, (μεταφορικά & ανυψωτικά μέσα, κ.ά.), όπως, κριοί, μοχλοί, ατέρμονες κοχλίες, βαρούλκα, πολύσπαστα (τροχαλίες), σφήνες, ηλιακά ρολόγια, κλπ., αποτελούνται από «έξυπνα» συστήματα, που καταναλώνουν ελάχιστη ενέργεια, ή εκμεταλλεύονται τη δωρεάν παρεχόμενη ενέργεια του ήλιου, του αέρα, κλπ.

Σε αντίθεση με αυτή την κατασκευαστική λογική, η δόμηση των σύγχρονων κτιρίων, συχνά δε και η αποκατάσταση των παλαιών, γίνεται με αλόγιστη χρήση των ενεργειακών αποθεμάτων, με υλικά κατά κανόνα «μη καθαρά» και τεχνικές επιβλαβείς και ενεργοβόρες, καθώς, με την ανάπτυξη της Τεχνολογίας και την άρση διαφόρων τεχνικής φύσεως εμποδίων, τα ενεργειακά μεγέθη παύουν να απασχολούν τον άνθρωπο, που νοιώθει κυρίαρχος της Φύσης χάρη στις γνώσεις του και αρχίζει να κατασπαταλά τις διάφορες πλουτοπαραγωγικές πηγές, υποθηκεύοντας έτσι το μέλλον των επόμενων γενεών. Η αλόγιστη αυτή χρήση της ενέργειας οδηγεί στην Ενεργειακή κρίση, που με τη σειρά της οδηγεί στη συνειδητοποίηση, αυτή τη φορά μέσα από τη συγκεκριμένη επιστημονική γνώση του αντικειμένου.

Η βαθύτερη και ενδελεχής μελέτη των υλικών και τεχνικών δόμησης των ιστορικών κτιρίων μπορεί, αφενός να βελτιώσει την υπάρχουσα τεχνογνωσία γύρω από τη μεθοδολογία προστασίας τους και, αφετέρου, να αποτελέσει ένα καλό εργαλείο για την εξοικονόμηση ενέργειας, όσον αφορά στη διαδικασία δόμησης των κατασκευών, (παραγωγή, μεταφορά και ενσωμάτωση υλικών), αλλά και μοχλό ανάπτυξης ενός αειφόρου Πολεοδομικού Σχεδιασμού.

Όπως μας είναι γνωστό, το Κτίριο αποτελεί ανέκαθεν το «Κέλυφος του Ανθρώπου» και κατασκευάζεται με στόχο την προστασία του. Από τα πολύ παλιά χρόνια, καθώς οι συνθήκες ευνοούσαν μια εγγύτερη, πιο εσωτερική σχέση του ανθρώπου με τη Φύση, αφού μάλιστα η επιβίωσή του βρισκόταν σε άμεση συνάρτηση με αυτήν, αναπτύσσεται μέσα του ο Σεβασμός προς τις Ενέργειες και Δυνάμεις της Φύσεως, που συχνά θεοποιεί. Η γνώση που αποκτά σε σχέση με τη δόμηση του Οίκου του είναι εμπειρικοβιωματική, αλλά σ’ ένα βαθμό χάνεται, καθώς ο «νέος», πιο τεχνολογικός τρόπος ζωής, τον απομακρύνει από τη γήινη μήτρα του.

Αν και στα ιστορικά κτίρια γίνεται χρήση υλικών που σήμερα θεωρούμε ευτελή, δεν παραβλέπεται καθόλου το κεφάλαιο “σεισμός”, για την αντιμετώπιση του οποίου χρησιμοποιούνται οριζόντιες ξυλοδεσιές, μεταλλικοί ελκυστήρες, ή άλλες τεχνικές, όπως π.χ. 2ος εσωτερικός Φέρων Οργανισμός, ενώ, οι σοβάδες γίνονται πιο ανθεκτικοί στο σεισμό και στις καιρικές συνθήκες με την ανάμιξη του κονιάματος με τρίχες από ζώα ή άχυρο.

Επιπλέον, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στα υπόσκαφα κτίρια, (Μήλος, Σαντορίνη), που σήμερα αποτελούν υποδείγματα βιοκλιματικής δόμησης, ή στον λόγω της μεγάλης μάζας των τοιχοποιιών υψηλό δείκτη πυραντίστασης, ή στον επιστημονικό χαρακτήρα του ακουστικού σχεδιασμού των κατασκευών που προορίζονταν για θέατρα-ωδεία!

Τέλος, αξίζει να παρατηρήσουμε, με τι σοφία χρησιμοποιείται το κάθε υλικό, ακόμα και το τελευταίο λιθοσύντριμμα, που ενσωματώνεται στην τοιχοποιία από λιθοδομή, ή μεταξύ δαπέδου και ψευδοπατώματος, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό καλύτερη θερμοηχομόνωση/ μείωση του κόπου-χρόνου-χρήματος που απαιτεί η μεταφορά και απόρριψη μπαζών/ αποφυγή ρύπανσης του περιβάλλοντος από την απόρριψη και τη διασπορά σκόνης. Κατ΄ αναλογία, το κενό στις στέγες και στα πατώματα εξασφαλίζει καλή θερμοηχομόνωση, χωρίς τη χρήση ειδικών μονωτικών υλικών, που απαιτούν κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας για την αγορά, κατασκευή και ενσωμάτωσή τους. Ενώ, με τη θεμελίωση πολλών ιστορικών κτιρίων ή και νεολιθικών ακόμη κατοικιών πάνω σε ξύλινες πασσαλώσεις, (π.χ. Κολοσσαίο, Λιμναίες Κατοικίες, κ.ά.), εξασφαλίζονται, όχι μόνο καλύτερες συνθήκες θεμελίωσης, αλλά και πιθανή αδρανοποίηση των γεωπαθογόνων κόμβων, η παραμονή πάνω στους οποίους μπορεί να αποβεί επιβλαβής για τους ζώντες οργανισμούς.

Πέρα από τη χρήση υλικών χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης, τα ιστορικά κτίρια εκμεταλλεύονται τον προσανατολισμό για φυσικό φωτισμό και θέρμανση από τον ήλιο, χάρη και στη μεγάλη θερμική μάζα τους, ενώ, με απλές τεχνικές, υποστηρίζεται η λειτουργία τους σαν μεμβρανών εσωκλιματικής ρύθμισης για την εξασφάλιση αερισμού-δροσισμού, χωρίς κατανάλωση ενέργειας.

Και βέβαια, η ίδια λογική ακολουθείται και στο δημόσιο χώρο, όπου οι δρόμοι δε στρώνονται κατά κανόνα με σκληρά υλικά, που αυξάνουν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, καθώς απορροφούν τεράστιες ποσότητες ηλιακής θερμότητας.

Στα κτίρια αυτά, τίποτα δεν πάει χαμένο, το καθετί μπορεί να έχει μια χρηστική αξία, το κάθε τι είναι άξιο σεβασμού, γιατί είναι ένα κομμάτι από το Σύμπαν. Αυτή είναι και η ύψιστη προσφορά προς τη μάνα γη, αλλά και η ύψιστη Διαισθητική Σοφία.

Σε αντίθεση με τα ιστορικά κτίρια, τα σύγχρονα κτίρια, που κατασκευάζονται από οπλισμένο σκυρόδεμα, εμπεριέχουν αρκετούς κινδύνους, καθώς ο δομικός χάλυβας, προκαλεί μεταβολές στο γήινο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, το δε χρησιμοποιούμενο τσιμέντο περιέχει συχνά καρκινογόνα υποπροϊόντα, όπως η τέφρα των υψικαμίνων.

Όπως διαπιστώθηκε από τις πιο πάνω αναφορές, οι ιστορικές κατασκευές πληρούν όλους τους βιοκλιματικούς παράγοντες και είναι απόλυτα εναρμονισμένες με τους φυσικούς νόμους, που εκφράζονται από τα επιστημονικά πεδία της φυσικής και της μηχανικής, ενώ δεν παραμελείται η κάλυψη της κοινωνικής ανάγκης, αλλά και η ποιητική του δομημένου χώρου. Αυτό υποδηλώνει τη βαθύτατη σχέση με το αντικείμενο, την ένωση υποκειμένου-αντικειμένου και την εσωτερική γνώση του κτίστορα, αλλά και του κτήτορα.

Πέρα από αυτά, από τη μελέτη της αρχιτεκτονικής σύνθεσης και της θέσης του ευρύτερου χώρου οικοδόμησης των Αρχαίων Ελληνικών, αλλά και Βυζαντινών Ναών, καθώς και τη διερεύνηση διάταξης και προσανατολισμού τους, διαπιστώνεται η άριστη αρχιτεκτονική σύλληψη και η άριστη γνώση για τη χωροθέτηση σε περιβάλλον που εξασφάλιζε, όχι μόνο την εκμετάλλευση στο έπακρο του άμεσου ηλιακού κέρδους, αλλά και την ασφάλεια, την απομόνωση και την ένωση με το θείο.

Ήδη, στις Ιερές Βέδες, διαπιστώνεται η προτροπή, κατά τη σχεδίαση ενός κτίσματος, να γίνεται η τοποθέτηση στο χώρο κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να επιτυγχάνεται η «αξιοποίηση των ιδιοτήτων του Φυσικού Νόμου». Για τον ίδιο λόγο, κατά την Πολεοδόμηση μιας έκτασης, τα Ιερά Βιβλία ορίζουν ότι πρέπει να προβλέπεται ώστε, ένα σωστά μοιρασμένο ποσοστό γης να μένει ακάλυπτο από σκληρά υλικά, να είναι δηλαδή χώμα ή πράσινο, ώστε ο άνθρωπος να ζει σε άμεση επαφή με τη μητέρα γη που τον γεννά, τον δονεί και τον τρέφει.

Σήμερα, η μείωση των αποθεμάτων των φυσικών πόρων, η ανάγκη εξοικονόμησης ενέργειας ορυκτών καυσίμων, η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος και εξασφάλισης υγιεινής στη δόμηση, επαναφέρουν τα παλαιά υλικά και κυρίως την ωμή και ψημένη άργιλο στο διεθνές προσκήνιο, ενώ υπάρχει αναζήτηση του ορθού για τη χρήση φυσικών υλικών, ή και υλικών που παράγονται από φυσικές πρώτες ύλες, με τρόπους απλούς και με τη μικρότερη δυνατή επεξεργασία, καθώς η χρήση τεχνικών απλών και παραδοσιακών μπορεί να αποτρέψει την εξάρτησή μας από μια υπερανεπτυγμένη Τεχνολογία.
Το ζητούμενο είναι να αφομοιώσουμε την ουσία και να αναχθούμε στην “καρδιά του προβλήματος”, καθώς κανείς δε δικαιούται να καταναλώνει κάτι που δεν μπορεί να αναπαραγάγει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: